Στον κήπο με τα θηρία του Έρικ Λάρσον



Μετάφραση: Ανδρέας Μιχαηλίδης
Εκδόσεις Μεταίχμιο
Σελ. 575

"ΚΑΠΟΤΕ, ΣΤΗΝ ΑΠΑΡΧΗ μιας πολύ σκοτεινής περιόδου, ένας αμερικανός πατέρας και η κόρη του ξαφνικά βρέθηκαν από τη θαλπωρή του σπιτιού τους στο Σικάγο στην καρδιά του χιτλερικού Βερολίνου. Έμειναν εκεί για τεσσεράμισι χρόνια, αλλά η ιστορία που θα ακολουθήσει αφορά τον πρώτο χρόνο της παραμονής τους, καθότι συνέπεσε με την "προαγωγή" του Χίτλερ από καγκελάριο σε απόλυτο τύρρανο, σε μια αβέβαιη περίοδο λεπτών ισορροπιών όπου τα πάντα κρέμονταν από μια κλωστή. Ο πρώτος εκείνος χρόνος αποτέλεσε ένα είδος προλόγου, κατά τον οποίο διαμορφώθηκαν τα βασικά μοτίβα του πολεμικού έπους που επρόκειτο να ακολουθήσει - ενός έπους με κεντρικό άξονα τον φόνο."



Όπως μας ενημερώνει ο συγγραφέας με την παραπάνω εναρκτήρια παράγραφο του βιβλίου του, το ιστορικό αυτό αφήγημα αποτελεί ένα είδος προλόγου του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέσα από την εξιστόρηση της ζωής του Γουίλιαμ Ντοντ, πρέσβη των Η.Π.Α. στη Γερμανία, και της οικογένειάς του κατά τον πρώτο χρόνο της παραμονής τους στο Βερολίνο. Ο συγγραφέας στηρίζεται στα ημερολόγια του Ντοντ και την αυτοβιογραφία της κόρης του Μάρθας και μας ξεναγεί σε ένα Βερολίνο που βράζει, σε μια χώρα που υπνοβατεί και σταδιακά χάνει -από φόβο, αδιαφορία ή αναισθησία- την ανθρωπιά της. Είναι ο χρόνος κατά τη διάρκεια του οποίου ο Χίτλερ αποκαλύπτει το αποκρουστικό του πρόσωπο και όλος ο υπόλοιπος κόσμος απλά τον κοιτάζει. 

Ο πρέσβης Ντοντ στο γραφείο του | © ullstein bild / The Granger Collection, New York

Αρχικά να πω ότι το γεγονός ότι το βιβλίο αποτελεί ιστορικό αφήγημα δεν μειώνει σε τίποτα την αγωνία που νιώθει ο αναγνώστης, όσο προχωράει η συγκλονιστική και γλαφυρή αφήγηση του Λάρσον. Είναι πολλές οι φορές που κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης νομίζει κανείς ότι διαβάζει μυθοπλασία και μάλιστα ένα άριστο αστυνομικό μυθιστόρημα με χαρακτήρες ολοζώντανους και σχεδόν μυθιστορηματικούς. Είναι ακόμα περισσότερες οι φορές που συγκεκριμένα ερωτήματα θα έρχονται και θα ξανάρχονται στο μυαλό του αναγνώστη: είναι δυνατόν να μην έβλεπαν αυτό που έρχεται; Είναι δυνατόν να μην έκαναν τίποτα για να τον σταματήσουν; Ποιοι; Όλοι. Από τους πολιτικούς, εντός και εκτός Γερμανίας, μέχρι τους πολίτες της χώρας αυτής. Ακόμα και οι Εβραίοι υποτίμησαν τον Χίτλερ.

"...όλοι προσπαθούσαν
να εξηγήσουν με
τη λογική το απολύτως
παράλογο."


"Ακόμα και πολλοί εβραίοι πολίτες, όμως, αδυνατούσαν να συλλάβουν την πραγματική σημασία των όσων συνέβαιναν. Από αυτούς, πενήντα χιλιάδες το συνειδητοποίησαν και εγκατέλειψαν τη Γερμανία λίγες εβδομάδες μετά την ανάδειξη του Χίτλερ σε καγκελάριο, αλλά οι περισσότεροι έμειναν. "Δεν πίστευε κανείς ότι έπρεπε να πάρουμε στα σοβαρά τις απειλές κατά των Εβραίων", έγραψε ο Καρλ Τσουκμάγιερ, ένας εβραίος συγγραφέας. "Για την ακρίβεια, πολλοί Εβραίοι πίστευαν ότι οι αντισημιτικές μεγαλοστομίες των ναζί δεν ήταν παρά ένα εργαλείο της προπαγάνδας, μια γραμμή την οποία θα εγκατέλειπαν μόλις αποκτούσαν κυβερνητική ισχύ και αναλάμβαναν κρατικές ευθύνες". Παρόλο που ένα δημοφιλές τραγούδι των SA είχε τίτλο "Όταν εβραϊκό αίμα βάψει το μαχαίρι μου", την εποχή που η οικογένεια Ντοντ έφτασε στη Γερμανία, η βία κατά των Εβραίων είχε αρχίσει να υποχωρεί. Υπήρχαν μόνο μεμονωμένα, σποραδικά περιστατικά. "Ήταν εύκολο να επαναπαυτεί κανείς" έγραψε ο ιστορικός Τζον Ντίπελ σε μια μελέτη του σχετικά με τον λόγο για τον οποίο πολλοί Εβραίοι αποφάσισαν να παραμείνουν στη Γερμανία. "Επιφανειακά, η καθημερινότητα δεν έμοιαζε να έχει αλλάξει ιδιαίτερα με την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Οι επιθέσεις των ναζί κατά των Εβραίων ήταν σαν καλοκαιρινές καταιγίδες που ξεσπούσαν και έπαυαν το ίδιο ξαφνικά, αφήνοντας πίσω τους μια αλλόκοτη ησυχία"."

Διαβάζοντας το βιβλίο, περνάει σαν ταινία μπροστά απ΄τα μάτια σου ο χρόνος που έμελε να αλλάξει την ιστορία του κόσμου, ενώ, παρ' όλο που γνωρίζεις την κατάληξη, αναμένεις με αγωνία να διαβάσεις γεγονότα που θα δείχνουν μια κάποια αντίσταση, μια κάποια αφύπνιση. Δε μπορεί, λες, κάπου εκεί θα πρέπει να υπάρχει μια λογική αντίδραση. Ένα τέλος. Κάπου θα πρυτανεύσει ο ορθός λόγος. Ο άνθρωπος δολοφονούσε, έσφαζε, νομοθετούσε ό,τι χειρότερο είχε νομοθετηθεί ως τότε για πολιτισμένη χώρα και όλοι νόμιζαν ότι θα σταματήσει. Γιατί; Γιατί όλοι προσπαθούσαν να εξηγήσουν με τη λογική το απολύτως παράλογο. Την κατάληξη την ξέρουμε. Πάμε λοιπόν τώρα στους Ντοντ.

Ο Γουίλιαμ Ε. Ντοντ, καθηγητής και κοσμήτορας στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, διορίζεται πρέσβης των Η.Π.Α. στη χιτλερική Γερμανία. Το νέο πρέσβη συνοδεύει η γυναίκα του, και τα δυο τους παιδιά, ο εικοσιοχτάχρονος Μπιλ και η εικοσιτετράχρονη Μάρθα. Σε ηλικία 64 ετών, ο Ντοντ, το μόνο που ήθελε ήταν να αποσυρθεί σε μία φάρμα και να γράψει το έργο της ζωής του, μία καταγραφή της πρώιμης ιστορίας του αμερικανικού Νότου, ένα τετράτομο έργο με τίτλο "Η άνοδος και η πτώση του παλιού Νότου". Ως εκ τούτου, εκείνο το μεσημέρι της 8ης Ιουνίου του 1933, το τηλεφώνημα απ' τον Πρόεδρο Ρούσβελτ ήταν "κεραυνός εν αιθρία", όπως ο ίδιος το χαρακτήρισε στον κύκλο του. Ο Ρούσβελτ του είπε: "Θέλω να ξέρω αν είσαι διατεθειμένος να κάνεις στην κυβέρνηση μια σημαντική εξυπηρέτηση. Θέλω να πας στη Γερμανία με την ιδιότητα του πρέσβη. Θέλω να δώσει το παράδειγμα στη Γερμανία ένας αμερικανός φιλελεύθερος." Αφού συμβουλεύεται την οικογένειά του αποφασίζει να δεχτεί την πρόταση του Ρούσβελτ.

Όταν οι Ντοντ φτάνουν στο Βερολίνο αντικρύζουν μια πόλη με χρώμα και ζωντάνια.

Οι Ντοντ φτάνουν στο Αμβούργο | © Library of Congress





"...η Μάρθα προσπαθούσε να δικαιολογήσει τις αθλιότητες μόνο και μόνο για να μη χαλάσει το γερμανικό της όνειρο."

 
"Ηχούν τα καμπανάκια των τραμ, ακούγονται οι κόρνες και οι τροχοί των λεωφορείων που είναι γεμάτα ανθρώπους, όλο και περισσότερους ανθρώπους. Τα ταξί και τα πολυτελή ιδιωτικά αυτοκίνητα γεμίζουν τη στιλπνή άσφαλτο. Στον αέρα πλανάται η μυρωδιά βαριών αρωμάτων. Το λεπτομερές μακιγιάζ κάνει το χαμόγελο των μοδάτων κυριών όμοιο με αυτό πόρνης. Οι αυτοαποκαλούμενοι άνδρες κάνουν βόλτες πέρα δώθε, τα μονόκλ τους γυαλίζουν, τα ψεύτικα και αληθινά κοσμήματά τους λάμπουν. Το Βερολίνο, όπως έγραφε, ήταν "μια πέτρινη έρημος" γεμάτη αμαρτία και διαφθορά, που την κατοικούσε ένα πλήθος "που όδευε προς τον τάφο με το χαμόγελο στα χείλη"."

Έχοντας σπουδάσει στη Λειψία, ο πρέσβης θαυμάζει τον γερμανικό πολιτισμό. Το ίδιο γοητευμένη είναι αρχικά και η Μάρθα. Έχοντας βγει από έαν διαλυμένο γάμο με έναν "βαρετό τραπεζίτη", το Βερολίνο προσφέρεται για καλή ζωή. Η Μάρθα γοητεύεται ακόμη και από τις στολές των Ναζί. Αυτό ωστόσο δεν θα κρατήσει για πολύ, αφού υποβόσκει η "επανάσταση".

Όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας, "η επανάσταση είχε γίνει αθόρυβα και ως, επί το πλείστον, μακριά από την κοινή θέα. Στον πυρήνα της βρισκόταν μια κυβερνητική εκστρατεία που αποκαλούνταν Gleichschaltung - ήτοι "συντονισμός"-, δηλαδή η ευθυγράμμιση των πολιτών, των υπουργείων, των πανεπιστημών, των πολιτισμικών και κοινωνικών θεσμών με τα πιστεύω και τις πρακτικές του εθνικού σοσιαλισμού. Ο "συντονισμός" έλαβε χώρα με τρομακτική ταχύτητα, ακόμα και σε τομείς της ζωής που δεν επηρεάζονταν από συγκεκριμένους νόμους, καθώς οι Γερμανοί έθεταν εαυτούς οικειοθελώς υπό την επιρροή της ναζιστικής εξουσίας, ένα φαινόμενο που έγινε γνωστό ως Selbstgleichschaltung, ή "αυτοσυντονισμός". Η αλλαγή επήλθε στη Γερμανία τόσο γρήγορα και τόσο εκτεταμένα, ώστε οι γερμανοί πολίτες που είχαν φύγει για επαγγελματικά ταξίδια ή ταξίδια αναψυχής στο εξωτερικό επέστρεφαν και έβρισκαν τα πάντα γύρω τους αλλαγμένα-λες και ήταν χαρακτήρες σε ταινία τρόμου οι οποίοι γύριζαν και ανακάλυπταν ότι όλοι οι άνθρωποι που ήταν κάποτε φίλοι, πελάτες ή ασθενείς τους είχαν υποστεί μια δυσδιάκριτη μετάλλαξη. Μια σοσιαλίστρια, η Γκέρντα Λάουφερ, έγραφε ότι "είχε ταραχτεί πολύ βλέποντας ανθρώπους που θεωρούσε φίλους, που γνώριζε για πολλά χρόνια, να αλλάζουν από τη μια στιγμή στην άλλη".

Παρά το γεγονός ότι οι αθλιότητες κατά των Εβραίων και όσων τολμούσαν να πάνε κόντρα στον Χίτλερ ήταν όλο και συχνότερες, η Μάρθα προσπαθούσε να τις δικαιολογήσει μόνο και μόνο για να μη χαλάσει το γερμανικό της όνειρο. Ωστόσο, ένα γεγονός στάθηκε η αφορμή, για να ραγίσει το όνειρο αυτό: η διαπόμπευση μιας κοπέλας που τόλμησε εκείνη την εποχή να αρραβωνιαστεί έναν Εβραίο. Παρ' όλα αυτά εκείνη, ακόμη και τότε, προσπάθησε να δικαιολογήσει το συμβάν θεωρώντας το μεμονωμένο (!) και να κάνει τα στραβά μάτια. Ωστόσο αυτό το ράγισμα ήταν ικανό για να εισχωρήσει η λογική και να αρχίσει και η ίδια να αναθεωρεί.

Η αφήγηση είναι συγκλονιστική, ενώ η συμμετοχή των πολιτών σ' αυτό το αποτρόπαιο και απάνθρωπο συμβάν σοκάρει:

Το Τιεργκάρτεν, Ιανουάριος του 1934 | © ullstein bild / The Granger Collection

"Όλη η Γερμανία μετατρέπεται σταδιακά σε Τιεργκάρτεν, έναν κήπο με θηρία,
το πάρκο στο Βερολίνο με τον
ζωολογικό κήπο, που έδωσε τον εξαιρετικά
πετυχημένο τίτλο στο βιβλίο."


"Άκουσαν από μακριά τις βραχνές κραυγές ενός άλλου, μεγαλύτερου και πιο θορυβώδους πλήθους που αυξάνονταν σε ένταση καθώς πλησίαζε στον δρόμο. Άκουσαν τη μακρινή μουσική μιας μπάντας του δρόμου, όλο χάλκινα πνευστά και φασαρία. Το πλήθος συμπτύχθηκε, όλο προσμονή, έγραψε ο Ρέινολντς. "Μπορούσαμε να ακούσουμε τις κραυγές του πλήθους από τρία τετράγωνα μακριά - κραυγές γέλιου που μεγάλωναν σε ένταση καθώς η μουσική πλησίαζε προς το μέρος μας". Ο θόρυβος δυνάμωσε, συνοδευόμενος από την εμφάνιση μιας τρεμουλιαστής πορτοκαλιάς λάμψης, η οποία φώτιζε τις προσόψεις των κτιρίων. Λίγες στιγμές αργότερα εμφανίστηκε μπροστά τους η πορεία, αποτελούμενη από μια φάλαγγα των SA, με καφετιές στολές, πυρσούς και λάβαρα. "Στρατιώτες των SA", παρατήρησε ο Ρέινολντς "και όχι παιχνιδοποιοί"Ακριβώς πίσω από την πρώτη ομάδα έρχονταν δύο πολύ μεγαλόσωμοι στρατιώτες, με έναν μικροσκοπικό αιχμάλωτο ανάμεσά τους, αν και αρχικά ο Ρέινολντς δεν μπορούσε να διακρίνει αν ήταν άνδρας ή γυναίκα. Οι στρατιώτες "μισοστήριζαν" και "μισοέσερναν" την ανθρώπινη φιγούρα στον δρόμο. "Είχαν ξυρίσει τα μαλλιά της", έγραψε ο Ρέινολντς "και είχαν πασπαλίσει το πρόσωπο και το κεφάλι με λευκή σκόνη". Πλησίασαν προσεκτικά μαζί με το πλήθος γύρω τους, και τώρα, ο Ρέινολντς και η Μάρθα μπορούσαν να δουν ότι η φιγούρα ήταν μια νεαρή γυναίκα - αν και ο Ρέινολντς εξακολουθούσε να μην είναι απολύτως βέβαιος. "Παρόλο που φορούσε φούστα, θα μπορούσε να είναι ένας άντρας ντυμένος κλόουν. Το πλήθος γύρω μου ξεκαρδίστηκε από τα γέλια βλέποντας το θέαμα". Οι εγκάρδιοι τύποι της Νυρεμβέργης μεταμορφώθηκαν μπροστά στα μάτια τους και άρχισαν να χλευάζουν και να εκτοξεύουν χυδαιότητες προς τη γυναίκα. Οι στρατιώτες που την κρατούσαν ξαφνικά τη σήκωσαν όρθια, αποκαλύπτοντας μια ταμπέλα που της είχαν κρεμάσει στον λαιμό. Άγριο γέλιο ξεσηκώθηκε από παντού. Η Μάρθα, ο Μπιλ και ο Ρέινολντς ρώτησαν με τα σπαστά γερμανικά τους τους άλλους παρευρισκόμενους τι συνέβαινε, και έμαθαν αποσπασματικά ότι η κοπέλα είχε σχέση με έναν Εβραίο. Απ' όσο μπορούσε να καταλάβει η Μάρθα, η ταμπέλα έγραφε "ΔΟΘΗΚΑ ΣΕ ΕΝΑΝ ΕΒΡΑΙΟ"."

Ο Ντοντ, μετριοπαθής και ψύχραιμος, αντιλαμβάνεται από νωρίς τι πρόκειται να συμβεί. Δυστυχώς στις Η.Π.Α. τον αντιμετωπίζουν ως υπερβολικό, ενώ ο ίδιος ο Χίτλερ επιθυμεί την αποπομπή του, αφού ο πρέσβης εκφράζει ευθαρσώς την άποψή του για της κτηνωδίες του Χίτλερ. Στην Ουάσιγκτον θεωρούν ότι ο Χίτλερ δεν θα αντέξει στην εξουσία. Οι προειδοποιήσεις του Ντοντ όχι μόνο πέφτουν στο κενό, αλλά σχεδόν ενοχλούν το περιβάλλον του Προέδρου Ρούσβελτ. Όλη η Γερμανία μετατρέπεται σταδιακά σε Τιεργκάρτεν, έναν "κήπο με θηρία", το πάρκο στο Βερολίνο με τον ζωολογικό κήπο, που έδωσε τον εξαιρετικά πετυχημένο τίτλο στο βιβλίο. Ο ίδιος ο Ντοντ παρατηρεί ότι σε μια εποχή που εκατοντάδες άνθρωποι έχουν θανατωθεί χωρίς δίκη ή απόδειξη ενοχής μόνο τα ζώα έχουν κατοχυρωμένα δικαιώματα.

Περίεργες εξαφανίσεις πολιτικών αντιπάλων, επιθέσεις ακόμα και σε Αμερικανούς όταν δεν ανταποδίδουν τον ναζιστικό χαιρετισμό, η αποχώρηση της Γερμανίας από την Κοινωνία των Εθνών, η αναθεώρηση της Συνθήκης των Βερσαλλιών είναι τα κομβικά σημεία που δείχνουν ακόμα και στους ανόητους ότι ο Χίτλερ οδηγεί τη χώρα του σε πόλεμο. Το αποκορύφωμα φυσικά ήταν η Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών, όταν ο Χίτλερ δολοφονεί εν ψυχρώ τους πολιτικούς του αντιπάλους.

Το Τιεργκάρτεν μετά την επίθεση των Ρώσων, Με το κτίριο του Reichstag στο βάθος | © Bildarchiv Preussischer Kulturbesitz / Art Resource, NY


"Κανείς δεν γνώριζε πόσοι άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους στη διάρκεια των εκκαθαρίσεων. Οι επίσημοι αριθμοί των ναζί αναφέρουν ένα σύνολο που δεν υπερέβαινε τα εκατό άτομα. Για παράδειγμα, ο υπουργός Εξωτερικών Νόιρατ είπε στον πρέσβη της Βρετανίας σερ Έρικ Φιπς ότι πραγματοποιήθηκαν σαράντα τρεις ή σαράντα έξι εκτελέσεις και ισχυρίστηκε ότι όλοι οι άλλοι υπολογισμοί είναι "αναξιόπιστοι και υπερβολικοί". Ο Ντοντ, σε μια επιστολή προς τον φίλο του Ντάνιελ Ρόπερ, έγραψε πως οι αναφορές που έρχονταν από τα αμερικανικά προξενεία σε άλλες γερμανικές πόλεις ανέβαζαν τον αριθμό σε 284 θανάτους.
 "Τα περισσότερα θύματα", έγραψε ο Ντοντ "δεν ήταν, με καμιά έννοια, ένοχοι προδοσίας. Απλώς στελέχη της πολιτικής ή θρησκευτικής αντιπολίτευσης". Άλλες εκτιμήσεις από αμερικανούς αξιωματούχους ανεβάζουν τον αριθμό πολύ ψηλότερα. Ο πρόξενος στο Βραδεμβούργο έγραψε ότι ένας αξιωματικός των SS του είπε ότι οι νεκροί ήταν πεντακόσιοι και οι συλληφθέντες δεκαπέντε χιλιάδες, καθώς και ότι ο Ρούντολφ Ντιλς ήταν και αυτός ένας από τους στόχους, αλλά είχε σωθεί χάρη στην παρέμβαση του Γκέρινγκ. Ένα υπόμνημα από έναν από τους γραμματείς του Ντοντ στην πρεσβεία του Βερολίνου επίσης ανεβάζει τον αριθμό των νεκρών σε πεντακόσιους και προσθέτει ότι γείτονες από την περιοχή των στρατώνων Λιχτερφέλντε "ήταν σε θέση να ακούνε τα εκτελεστικά αποσπάσματα να δουλεύουν όλη τη νύχτα". Αργότερα ο Ντιλς εκτίμησε ότι ο αριθμός των θυμάτων ήταν επτακόσια. Άλλοι τον ανεβάζουν σε πάνω από χίλια. Οριστικός αριθμός δεν υπάρχει […]


Καθώς το Σαββατοκύριακο προχωρούσε, οι Ντοντ πληροφορήθηκαν ότι μια νέα φράση έκανε τον γύρο του Βερολίνου. Απευθυνόταν σε έναν φίλο ή γνωστό που συναντούσες στον δρόμο, κατά προτίμηση με ένα σαρδόνιο ανασήκωμα του φρυδιού: "Lebst du noch?". Που σημαίνει: "Είσαι ακόμα ζωντανός;"."


Πολλά τα συναισθήματα από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου. Αυτό όμως που μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση είναι το πόσο εύκολα μπορεί ένας ολόκληρος λαός να μεταλλαχθεί σε κάτι μη ανθρώπινο και να δικαιολογεί μάλιστα αυτή τη μετάλλαξη στο όνομα ενός κάποιου δήθεν ανώτερου σκοπού. Εγρήγορση. Αυτή είναι η λέξη-κλειδί. Χρειάζεται πάντοτε εγρήγορση. Ο εκφασισμός μιας κοινωνίας ξεκινά από τον καθένα από εμάς, από την καθημερινή ζωή, από τα μικρά. Αν δεν βρει εκεί πρόσφορο έδαφος, δεν έχει χώμα για να αναπτυχθεί και να πάει και στα μεγάλα.

 


 

Ο συγγραφέας


Ο Έρικ Λάρσον είναι πολυβραβευμένος δημοσιογράφος και ιστορικός. Το προηγούμενο βιβλίο του "Τhe Devil in the White City", που πραγματεύεται την ιστορία του πρώτου κατά συρροή δολοφόνου, o oποίος έδρασε κατά τη διάρκεια της Διεθνούς Έκθεσης του Σικάγο το 1893 τιμήθηκε με το βραβείο Edgar, ενώ ήταν υποψήφιο για το Gold Dagger Non-Fiction Award. To τελευταίο του βιβλίο, το "Dead Wake", αφορά το πλοίο "Lusitania" και την μοιραία κατάληξή του στα νερά του Ατλαντικού. Tα δικαιώματα για το "The Devil in the White City" τα έχει αγοράσει ο Τομ Χανκς. Ο διαδικτυακός του τόπος είναι eriklarsonbooks.com.




 

 

Aκούστε τον συγγραφέα να μιλάει για το βιβλίο:


http://www.npr.org/2011/05/09/135922322/william-dodd-the-u-s-ambassador-in-hitlers-berlin


Εξώφυλλα απ' όλο τον κόσμο:



















Έγραψαν για το βιβλίο:



  1. http://librofilo.blogspot.gr/2013/04/blog-post_29.html
  2. http://www.protagon.gr/epikairotita/politismos/ston-kipo-me-ta-thiria-20267000000
  3. http://www.kathimerini.gr/460891/article/politismos/arxeio-politismoy/verolino-sta-adyta-toy-xitler
  4. http://www.kathimerini.gr/460271/article/politismos/arxeio-politismoy/sto-verolino-toy-1933-me-ta-xitlerika-8hria
  5. http://www.istoria.gr/index.php?mod=articles&action=disArcArt&issue=94&id=1157
  6. http://popaganda.gr/ston-kipo-ta-thiria-tou-erik-larson/
  7. http://www.nytimes.com/2011/05/20/books/in-the-garden-of-beasts-by-erik-larson-review.html?_r=0
  8. http://www.telegraph.co.uk/culture/8611006/In-The-Garden-of-Beasts-by-Erik-Larson-review.html
  9. https://www.washingtonpost.com/entertainment/books/erik-larsons-in-the-garden-of-beasts/2011/04/05/AFwbUr2G_story.html

Ετικέτες , ,